ΠΑΤΡΙΩΤΕΣ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΔΟΚΑΠΗΛΟΙ: ΓΙΑ ΕΝΑ ΝΕΟ ΝΟΗΜΑ ΣΤΟΝ ΠΑΤΡΙΩΤΙΣΜΟ

Αρχική Αρθρογραφία ΠΑΤΡΙΩΤΕΣ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΔΟΚΑΠΗΛΟΙ: ΓΙΑ ΕΝΑ ΝΕΟ ΝΟΗΜΑ ΣΤΟΝ ΠΑΤΡΙΩΤΙΣΜΟ

Κατά τον (ιστορικά παραμελημένο) Μακεδονικό Αγώνα συνέβη κάτι αξιοσημείωτο, που σπανίως συμβαίνει στη νεότερη Ιστορία μας: Έλληνες από τις 4 γωνιές της Ελλάδος (αλλά και εκτός των τότε ορίων της), ανεξαρτήτως ιδεολογίας, συστηματικά, μεθοδικά και με σχέδιο ένωσαν τις δυνάμεις τους και έδρασαν προκειμένου να συμβάλλουν στο ζητούμενο εκείνης της εποχής, που δεν ήταν άλλο από την εθνική ολοκλήρωση, την απελευθέρωση δηλαδή της Μακεδονίας και την ενσωμάτωση των (μη- πλειοψηφικών στην περιοχή εκείνη την εποχή, αλλά σαφέστατα τέτοιων μετά την Καταστροφή του ’22 και την ανταλλαγή και μετεγκατάσταση των προσφύγων το ’23) Ελλήνων της στον εθνικό κορμό, την Ελλάδα.

Αν όμως το ζητούμενο των αρχών του προηγούμενου αιώνα ήταν η επέκταση των συνόρων και η εθνική ολοκλήρωση, ποιο είναι το αντίστοιχο ζητούμενο σήμερα και κυρίως, ποια έννοια (θα ‘πρεπε να) έχει σήμερα ο πατριωτισμός;

Αυτονόητα όλοι οι Έλληνες δικαιούνται του συγκεκριμένου χαρακτηρισμού, εκτός αν οικειοθελώς αυτοεξαιρούνται. Εντούτοις, δεν είναι λίγοι οι πατριδοκάπηλοι εκείνοι που δεν διστάζουν να χτίσουν καριέρα πάνω στο δήθεν πατριωτισμό τους, που τον επικαλούνται για να ντύσουν με αυτόν τις διάφορες ιδεοληψίες τους, δίκην γαρνιτούρας, που τον κόβουν και τον ράβουν ώστε να πηγαίνει γάντι στα μέτρα τους και να εξυπηρετεί τα ιδιοτελή, μικροπολιτικά συμφέροντά τους, που δεν διστάζουν να τον (εξ-) ευτελίζουν, απομυζώντας την αίγλη του προκειμένου να αποκομίσουν προσωπικά (συνήθως αντιβαίνοντα τα εθνικά) οφέλη.

Είναι οι μαξιμαλιστές «πατριώτες της φακής», που σαν γνήσιοι (πολιτικοί) απόγονοι των οπισθοδρομικών οπαδών της «πτωχής πλήν τιμίου Ελλάδος» του περασμένου αιώνα, οι οποίοι αδιαφορούσαν πλήρως για τους εκτός συνόρων ομοεθνείς τους (και τη Μακεδονία), αρκούμενοι στο ψωμί, την ελιά και (κυριότερα) τη διατήρηση των δικών τους μικροπρονομίων, διατυμπανίζουν τον ψευδεπίγραφο «πατριωτισμό» τους προς προσπόριση (ψηφοθηρικών, συνήθως) κερδών, λαϊκίζοντας, δημαγωγώντας κ τάζοντας εύκολες (αλλά ανεφάρμοστες λύσεις).

Είναι οι εθνικοί μας ταχυδακτυλουργοί, ικανοί να βγάλουν από τα (ενίοτε κυριολεκτικά γούνινα) καπέλα τους λαγούς που μπορούν να ταϊσουν ένα ολόκληρο έθνος, υποσχόμενοι (συμπτωματικά ή μη-) προεκλογικά συντάξεις 3 χιλιάδων ευρώ, που θα προέλθουν από τους «υδρογονάνθρακες του Αιγαίου» (πριν τεκμηριώσουμε την ύπαρξή τους, σιγά, τί χρειάζεται, ντόρος να γίνεται, να κάνουμε την ρεκλάμα μας εις βάρος της πατρίδας και στην υγειά των κορόιδων!).

Περνώντας στο δεύτερο ερώτημα, πόσο επίκαιρος είναι και ποιο το νόημα του πατριωτισμού σήμερα;

Πόσο πατριωτική είναι η στείρα προσκόλληση σε ένα ένδοξο (πράγματι) παρελθόν και η εμμονική προγονοπληξία (σε βαθμό αυτομαστίγωσης, όταν τίθεται ζήτημα σύγκρισης αρχαίο- και νεοελλήνων), όταν δεν συνοδεύεται από προσαρμογή της έννοιας στις σύγχρονες ανάγκες;

Τί είναι πιο πατριωτικό για την Πολιτεία (Κεντρική ή δημοτική), να στήνει από ένα (αμφιβόλου αισθητικής) άγαλμα του Μεγαλέξανδρου σε κάθε χωριό, πόλη και κωμόπολη της Μακεδονίας (ενίοτε κ εκτός αυτής), προς επίρρωση της ελληνικότητάς της (λες και αμφισβητείται από τους ντόπιους), ή να φροντίζει να υπάρχει ευνομία στους δρόμους, τις σιδηροτροχιές και τα σχολεία της, ώστε να μην τίθενται σε κίνδυνο οι ίδιες οι ζωές των πολιτών της;

Οι στρατιωτικές παρελάσεις ίσως ομολογουμένως τονώνουν το εθνικό αίσθημα κάποιων «πατριωτών» εθνικοφρόνων, αλλά μήπως θα ‘ταν πατριωτικότερο (κ αποδοτικότερο) όλοι οι πολίτες κάτω των 65 να περνούν από μια επικαιροποίηση των στρατιωτικών τους ικανοτήτων/ δεξιοτήτων ανά τακτά διαστήματα, όπως συμβαίνει στο κατά πολλές πλευρές παρεμφερές μας Ισραήλ, ώστε να υπάρχει η μέγιστη δυνατή, παλλαϊκή αμυντική ετοιμότητα;

Βέβαια, αυτή η προληπτική, τακτική, έστω σύντομη «εκπαιδευτικού» χαρακτήρα επιστράτευση θα είχε πολιτικό κόστος, ενώ οι παρελάσεις προσφέρουν το αντίθετο, ευκαιρία για προβολή και δημόσιες σχέσεις, οπότε από ένα πολιτικό προσωπικό που άγεται με αποκλειστικό του γνώμονα την ψηφοθηρία και την επανεκλογή, αντί του εθνικού συμφέροντος, προφανώς τέτοιες αποφάσεις είναι απίθανο να ληφθούν.

Κατ’ αντιστοιχία για τους πολίτες, τί είναι πατριωτικότερο, η βροντερή συμμετοχή σε ένα (το πολλοστό κ αμφιβόλου αποτελεσματικότητας) συλλαλητήριο για την «ελληνικότητα της Μακεδονίας» ή οποιοδήποτε άλλο «εθνικό δίκαιο(;)», ή το να διαπαιδαγωγούμε τα παιδιά μας με σεβασμό προς τους άλλους, να τους εντρυφούμε την αλληλεγγύη, την αξιοκρατία και τη δικαιοσύνη, αντί του ατομισμού με θεμιτά κ (συχνότερα) με αθέμιτα μέσα, του ωχαδερφισμού, της αξίας της γνωριμίας, έναντι της γνώσης;

Η απολυτότητα δεν είναι χαρακτηριστικό ευφυών ανθρώπων, ούτε και λαών, η δε ιδεολογική ακαμψία προοικονομεί καταστροφές, ενίοτε εθνικές. Ο αγνός, ατόφιος, ανιδιοτελής πατριωτισμός των Ελλήνων τους οδήγησε στην Επανάσταση και την ανεξαρτησία πριν 200 χρόνια και την απελευθέρωση της Μακεδονίας και της Δυτικής Θράκης πριν από 100. 80 χρόνια από την τελευταία εθνική μας επέκταση, την ενσωμάτωση των Δωδεκανήσων, η έννοιά του πατριωτισμού δεν μπορεί να παραμένει αναλλοίωτη, γιατί πολύ απλά σήμερα τα ζητούμενα της εποχής και τα κοινωνικά προτάγματα είναι πλέον εντελώς διαφορετικά.

Αν θέλουμε πραγματικά να τιμήσουμε έμπρακτα τους ήρωές μας απαιτείται η αντικατάσταση της στείρας προγονοπληξίας και της ιδιοτελούς πατριδοκαπηλίας από έναν «νέο πατριωτισμό», που θα ‘χει για προμετωπίδα του την παροχή ίσων ευκαιριών σε όλους του Έλληνες για οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, ανεξαρτήτως καταγωγής και γνωριμιών, την αξιοκρατία και τη δικαιοσύνη.

Πατριωτισμός σήμερα είναι να έχει το κάθε ελληνόπουλο την αυτονόητη (;) δυνατότητα οικονομικής ευημερίας, ατομικής ανάπτυξης και αξιοπρεπούς διαβίωσης και δημιουργίας οικογένειας εντός των συνόρων, αντί της ξενιτιάς, που για πολλούς από αυτούς εξακολουθεί, δυστυχώς, ν’ αποτελεί μονόδρομο, όπως ακριβώς συνέβαινε πριν από έναν αιώνα, την εποχή του Μακεδονικού Αγώνα.

Για αυτά τα σύνορα στο Μακεδονικό, αλλά και σε άλλους εθνικούς Αγώνες, οι πρόγονοί μας δώσαν το αίμα τους. Δεν είναι κρίμα εμείς να μην δίνουμε ούτε το σάλιο μας;

(* Αφορμή για το παρόν άρθρο στάθηκε μια επίσκεψη στο Μουσείο Γέσιου στην Έδεσσα, ένα μικρό κόσμημα, φτιαγμένο με μεράκι από τον (απόδημο, ιδιώτη χορηγό του) Χρίστο Γέσιο. Το μουσείο στεγάζεται σε ένα προπολεμικό, άψογα ανακαινισμένο 2όροφο κτίριο στην καρδιά της Έδεσσας και είναι αφιερωμένο στο Μακεδονικό Αγώνα, στο επίκεντρο του οποίου βρέθηκε η ευρύτερη περιοχή της Πέλλας).

Μουσείο Γέσιου, Έδεσσα

Share

Κατηγορίες