Ο Τραμπ και εμείς

Αρχική Αρθρογραφία Ο Τραμπ και εμείς

Σχεδόν 35 χρόνια μετά την πτώση του σιδηρούν παραπετάσματος, που χώριζε την Ευρώπη (αλλά και την υφήλιο) στα δύο και την επακόλουθη (και υπεραισιόδοξη, όπως απεδείχθη) ανακήρυξη του “τέλους της Ιστορίας”, ο κόσμος μας σήμερα είναι πιο περίπλοκος και πολυπολικός από ποτέ. Η προσδοκώμενη επικράτηση των ΗΠΑ και του δυτικού τρόπου ζωής και πολιτικής οργάνωσης εν γένει, που αναμενόταν μετά την παταγώδη κατάρρευση του κομμουνισμού, απεδείχθη λιγότερο ομαλή και νομοτελειακή του προβλεπόμενου και επ’ ουδενί δεν σήμανε το οριστικό τέλος της Ιστορίας, αλλά την αλλαγή κεφαλαίου της. 

Σ’ αυτό το σύνθετο σκηνικό οι ΗΠΑ εξακολουθούν μεν να είναι ο παγκόσμιος ηγήτορας, με την επιρροή τους όμως βαθμιαία να φθίνει. Και επειδή τόσο η φύση, όσο και οι διεθνείς σχέσεις απεχθάνονται το κενό, σήμερα εκτός της Ρωσίας, που έχει αναθαρρήσει διεκδικώντας (υπερ-) ενεργά την κατ’ ουσίαν ανασύσταση της πάλαι ποτέ ΕΣΣΔ, μια σειρά άλλων περιφερειακών δυνάμεων, όπως η Κίνα, η Ινδία και η Τουρκία, διεκδικούν έναν αναβαθμισμένο ρόλο στις διεθνείς εξελίξεις, δημιουργώντας τις δικές τους σφαίρες επιρροής. 

Η απόπειρα δολοφονίας του Τράμπ και το επακόλουθο κύμα συμπάθειες υπέρ του παρολίγον θύματος τον φέρνει ακόμα πλησιέστερα στην επανεκλογή του στον προεδρικό θώκο. Με δεδομένο ότι έχει ξεκαθαρίσει ότι πρόθεσή του είναι να απεμπλακούν οι ΗΠΑ όσο το δυνατόν περισσότερο από τις διεθνείς διενέξεις (“America first”), που μπορεί να φτάσει μέχρι του σημείου ακόμα και αποχώρησής τους από το ΝΑΤΟ, δηλαδή τη βορειοατλαντική συμμαχία που οι ίδιες ίδρυσαν ως ανάχωμα στο σοβιετικό επεκτατισμό, τίθεται το ερώτημα ποιός (και κυρίως πώς) θα καλύψει αυτό το κενό στη διεθνή ασφάλεια.

Αναφορικά με την ήπειρό μας, η ανάπτυξη της δυτικής Ευρώπης είχε στηριχτεί εδώ και δεκαετίες στο τρίπτυχο “φτηνή ενέργεια (Ρωσία)/ φτηνή βιομηχανική παραγωγή (Κίνα)/ δωρεάν ασφάλεια (ΗΠΑ)”. Με δεδομένη την (οριστική; ) άρση του πρώτου πυλώνα αυτής της σταθερότητας και την πιθανή αμφισβήτηση και του δεύτερου (βλ. σχέσεις Κίνας- Ταϊβάν), γίνεται αντιληπτό ότι πιθανή κατάργηση και της τρίτης σταθεράς, της εκ δυσμάς προσφερόμενης ασφαλείας, δημιουργεί ένα πρωτόγνωρο, τελείως απρόβλεπτο παγκόσμιο σκηνικό που όχι μόνο δεν αποκλείει, αλλά προμηνύει περιφερικές αναταράξεις.

Σ’ ο,τι αφορά, δε, τα στενά εθνικά μας συμφέροντα, δεν απαιτείται ιδιαίτερη φαντασία για να μαντέψει κανείς ποιός (νταής-) αναθεωρητής θα έσπευδε να καλύψει το κενό εξουσίας που θα προκύψει από μια ενδεχόμενη απεμπλοκή ή έστω αποστασιοποίηση της Αμερικής από την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Εξάλλου, η εξωτερική πολιτική απομονωτισμού των ΗΠΑ δεν είναι κάτι καινούργιο. Χαρακτήρισε το μεγαλύτερο μέρος του 19ου αιώνα, διεκόπη προς το τέλος του Α’ παγκοσμίου πολέμου (παίζοντας κρίσιμο ρόλο στο να γύρει η πλάστιγγα προς τη μεριά των νικητών) αλλά επανήλθε στο προσκήνιο το 1919, μετά το τέλος του Α’ παγκοσμίου πολέμου, για να αρθεί ξανά κατά τη διάρκεια του Β’ παγκοσμίου πολέμου, εν πολοίς εξ αιτίας της αιφνιδιαστικής επίθεσης των Ιαπωνέζων στο Περλ Χάρμπορ. 

Με δεδομένη τη μεγάλη γεωγραφική απόσταση που μας χωρίζει από το θείο Σαμ, θα μπορούσε κάποιος αφελής να ισχυριστεί ότι η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ δεν σχετίζεται άμεσα με τα εθνικά μας θέματα. Εντούτοις, όλοι μας (θα πρεπε να) θυμόμαστε την εθνική τραγωδία που ακολούθησε της στροφής προς τον απομονωτισμό των ΗΠΑ το 1919, που δεν είναι άλλη από τη μικρασιατική Καταστροφή και το οριστικό τέλος της Μεγάλης Ιδέας και της Ελλάδος των 2 ηπείρων και των 5 θαλασσών. Βέβαια, η Ιστορία δεν γράφεται με τα “αν”, αλλά με δεδομένη την ευμενή στάση του προέδρου Ουίλσον έναντι ημών (δηλ. του Βενιζέλου) κατά τις διαπραγματεύσεις προ της συνθήκης των Σεβρών, μπορεί κανείς να υποθέσει ο,τι ίσως τα πράγματα να ήταν διαφορετικά αν το Κογκρέσο δεν επέμενε για την μη- ενεργού εμπλοκή και την απόσυρση της Αμερικής από τις εξωτερικές υποθέσεις, παρά την περί του αντιθέτου βούληση του ίδιου του προέδρου των ΗΠΑ Woodrow Wilson

Συνεπώς, είναι ανεδαφική η άποψη ότι μια ενδεχόμενη επανεκλογή Τραμπ στο ύπατο αξίωμα των ΗΠΑ μας συμφέρει ή έστω δεν θα βλάψει τα εθνικά μας συμφέροντα. Η ενδεχόμενη άρση της στήριξής στην αμυνόμενη υπέρ βωμών και εστιών Ουκρανία μπορεί να αποβεί μοιραία για αυτή την πολύπαθη χώρα, ανοίγωντας έτσι την όρεξη και σε άλλους επιτήδειους καιροσκόπους να επιδιώξουν πιο “ενεργά” την πραγματωση των επεκτατικών, αναθεωρητικών βλέψεών τους. Το σενάριο της στρατιωτικής επέμβασης και της δημιουργίας τετελεσμένων εξ αφορμής της (πραγματικής ή προσχηματικής) παραβίασης των δικαιωμάτων και την καταπίεση μιας εθνικής μειονότητας είναι κάτι που έχουμε υποστεί και μεις σαν έθνος και που δυστυχώς διατρέχουμε το διαρκή κίνδυνο να μας ξανασυμβεί. Το τελευταίο πράγμα που θα (έπρεπε να) επιθυμούμε είναι να νομιμοποιηθεί/ καθιερωθεί αυτή η πρακτική, με απρόβλεπτες για τα εθνικά μας συμφέροντα συνέπειες.

Τον Αύγουστο του 2024 κλείνουμε μισό αιώνα από την τραγωδία της Κύπρου (Αττίλας ΙΙ) και 102 χρόνια από τη μεγαλύτερη Καταστροφή της σύγχρονης Ιστορίας μας, τη Μικρασιατική. Αμφότερες συναρτώνται άμεσα με τους συσχετισμούς δυνάμεων και τις συμμαχίες μας (κυρίως με τις ΗΠΑ) στις δεδομένες συγκυρίες κατά τις οποίες συνέβησαν. Καλό θα ήταν να έχουμε υπόψιν μας τις αιτίες που μας οδήγησαν σε αυτούς τους εθνικούς ακρωτηριασμούς και να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε περισσότερο εθνικά και λιγότερο ιδεοληπτικά.

…και ο νοών νοείτω.(;)

Share

Κατηγορίες